σεμπερβίβο

σεμπερβίβο
(Sempervivum). Γένος φυτών της οικογένειας των Κρασουλιδών με 15 περίπου είδη. Φυτρώνουν σε ορεινές περιοχές και είναι πόες πολυετείς, σαρκώδεις, χαμηλές, χωρίς μίσχο. Ο βλαστός τους, που φτάνει σε ύψος 5 εκ., σχηματίζεται από τα φύλλα που είναι πλατιά και μεγάλα. Κατά την ανθοφορία, στο κέντρο του κορμού, ορθώνεται ένας βλαστός με άνθη σε βοστρύχους, που έχουν χρώμα λευκό, ρόδινο, κίτρινο, πρασινωπό ή κόκκινο. Τα άνθη αυτά εμφανίζονται από τον Ιούνιο ως το Σεπτέμβριο. Το σ. φυτρώνει σε παλιές στέγες σπιτιών, σε γλάστρες και σε αμμώδεις ξερές θέσεις των κήπων. Στην Ελλάδα, σε βραχώδεις τόπους των ψηλών βουνών, φυτρώνουν δύο είδη: το σ. της βασίλισσας Αμαλίας και το σ. το τριχωτό. Σεμπερβίβο: Sempervivum tectorum. Σεμπερβίβο: Sempervivum montanum.
* * *
το, Ν
γένος δικότυλων αγγειόσπερμων πολυετών ποωδών φυτών που ανήκει στην οικογένεια κρασσουλίδες τής τάξης σαξιφραγώδη, με 40 περίπου είδη που φύονται σε ορεινές περιοχές τού παλαιού κόσμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεολατ. sempervivum, ουδ. τού λατ. sempervivus < semper «πάντα, παντοτινά» + vivo «ζω»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αείζωος — ἀείζωος, ον και συνηρ. ζως, ων (AM) αυτός που ζει, που υπάρχει αιώνια, αθάνατος, άφθαρτος, διαρκής, αιώνιος αρχ. 1. (για φυτά) αειθαλής 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἀείζωον γένος φυτών που ταυτίζεται με το σημερινό γένος Σεμπερβίβο (Sempervivum) ἀείζωον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”